Την ημέρα που ένιωσε ένα μαχαίρι να πιέζει την κοιλιά του, ο υπογράφοντας είχε ξυπνήσει αισιόδοξος. Ήταν ένα πρωινό Σαββάτου, ο ήλιος έλαμπε και είχε να κάνει πράγματα που του άρεσαν. Να πάει στο γήπεδο, να δει τους φίλους του, να διασκεδάσει, να ψωνίσει κτλ.
Σταματώ το τρίτο πρόσωπο και επιστρέφω στο πρώτο. Βαριέμαι να το παίζω λογοτέχνης, απλά θα σας πω τι μου συνέβη. Όπως είπε και ο συμπάσχοντας στην βραδινή μου περιπέτεια, φίλος μου, στο δικό του βλογ (blog), «ήταν από εκείνες τις μέρες που όλα πάνε στραβά». Αρχικά βρέθηκα στις εξέδρες της αγαπημένης μου ομάδας, ελπίζοντας να δω όμορφο θέαμα, πάθος, μια νίκη, μια γεμάτη εξέδρα και μια «εκδίκηση» για το τι έγινε εντός και εκτός του αγωνιστικού χώρου λίγους μήνες πριν όταν παίξαμε με την ίδια ομάδα. Δεν είδα τίποτα απ’ όλα αυτά και έφυγα νευριασμένος και απογοητευμένος. «Δεν πειράζει» έλεγα μέσα μου. «Θα περάσω καλά το βράδυ και θα ξεχαστώ». Εξάλλου είμαι μαθημένος από πίκρες με αυτή την ομάδα. Ότι άσχημο και να έχω νιώσει από αυτή, το ξεχνάω και εξακολουθώ να την υποστηρίζω και να ονειρεύομαι. Λίγες ώρες μετά είχα ετοιμαστεί φορτωμένος με αρκετή θετική διάθεση για την νυχτερινή μου έξοδο. Υποτίθεται πως θα πήγαινα με έναν φίλο, σε ένα πάρτυ για να βρούμε έναν άλλο φίλο και την κοπέλα του. Η αναποτελεσματική αναζήτηση μας κράτησε 90 λεπτά. Λόγω κακής συνεννόησης και λάθος οδηγιών δεν βρήκαμε ποτέ ούτε τους φίλους μας, ούτε το πάρτυ. Μην θέλοντας να απογοητευτούμε αποφασίσαμε να πάμε στο Γκάζι να βρούμε κάποιους άλλους φίλους. Σύντομα είχαμε παρκάρει και αρχίσαμε αυτό που νομίζαμε πως θα ήταν ένας δεκάλεπτος περίπατος μέχρι τον προορισμό μας. Εκεί είπα την ατάκα «έχω διάθεση να περάσουμε καλά σήμερα, όλα στραβά πάνε μέχρι τώρα». Ελάχιστα λεπτά μετά, εγώ ήμουν κολλημένος σε έναν τοίχο με ένα μαχαίρι στην κοιλιά, και ο φίλος μου μέτραγε τα πλακάκια του πεζοδρομίου έχοντας φάει μερικές κλωτσιές. Τρία τσογλάνια ήταν. Και ένας τσιλιαδόρος πιο πίσω. Ο φίλος μου πήγε να αντιδράσει, αλλά δεν κατάφερε τίποτα. Εγώ πριν προλάβω να σκεφτώ οτιδήποτε, έβλεπα νοητά το στομάχι μου να κάνει παρέα στην λεπίδα που γυάλιζε μπροστά μου. Τους έδωσα ότι λεφτά είχα πάνω μου και έφυγαν. Θα μπορούσαν να μας είχαν τραυματίσει, θα μπορούσαν να μας είχαν πάρει κάρτες, τηλέφωνα και αυτοκίνητο, θα μπορούσαμε να είχαμε αντιδράσει αλλιώς, θα μπορούσαμε να μην είχαμε πάει από εκείνο το στενό, θα μπορούσαμε να μην είχαμε χαθεί πριν και να διασκεδάζαμε στο πάρτυ εκείνη τη στιγμή. Άπειρες σκέψεις κατάκλυζαν το μυαλό μας. Ευτυχώς ξέμεινε ένα πενηντάρικο στη τσέπη του φίλου μου, το οποίο μετατρέψαμε εξ’ ολοκλήρου σε αλκοόλ της επόμενες ώρες.
Προσπαθήσαμε να μη συζητάμε το συμβάν, αλλά δεν τα καταφέραμε ιδιαιτέρως. Το είδαμε κάπως χαλαρά και προσπαθήσαμε να εκμεταλλευτούμε την συνάντηση μας, που δύσκολα θα ξαναγίνει σύντομα λόγω της απόστασης που μας χωρίζει.
Την επόμενη μέρα όμως, το μυαλό μου πήρε μπρος και μια θάλασσα συναισθημάτων με κατέκλυσε. Ο φόβος κράτησε λίγο και ακολούθησε η ντροπή και η οργή. Δεν είναι τα λεφτά που έχασα, είναι το αίσθημα της αχρηστίας που με κυρίευσε. Εγώ είχα μοχθήσει να τα βγάλω αυτά τα λεφτά και αυτός μου τα πήρε έτσι απλά, επειδή είχε ένα μαχαίρι. Με ξεφτίλισε και θα το κάνει αυτό και σε άλλους. Με την ίδια ευκολία ίσως και να με σκότωνε. Απλά γιατί έτσι τον βόλευε, θα μπορούσε να διακόψει τον όποιο ρόλο έχω σε αυτόν τον κόσμο για να γευτεί τους καρπούς του μόχθου μου. Και μη μου πείτε πως τα είχε ανάγκη. Τρία καλοντυμένα τσογλάνια ήταν που μετά θα περηφανεύονταν στους ομοίους τους για τον ανδρισμό τους .
Δυστυχώς οι άνθρωποι που λειτουργούν με βάση τη λογική δεν μπορούν να αντιδράσουν σε τέτοιες προκλήσεις. Μόνο η βία θα μπορούσε να με σώσει. Ίσως αν ήξερα πολεμικές τέχνες ή αν οπλοφορούσα θα γλίτωνα την ξεφτίλα. Δεν θέλω τα μουνόπανα να πιαστούν από την αστυνομία. Θέλω κάποιος να τους ξεφτιλίσει με τα ίδια τους τα όπλα. Θέλω κάποιος να τους τσακίσει στις μάπες, να τους ξεγυμνώσει, να τους δέσει σε μια κολώνα σε κεντρικό μέρος και ενώ τους έχει βάλει από μια σφυρίχτρα στον κώλο να τους ταΐζει φασόλια από κονσέρβα για να κλάνουν μετά μουσικής.
Ευτυχώς που γύρισα στη Νίσυρο αμέσως μετά. Αν βρισκόμουν στην Αθήνα, σίγουρα θα είχα προμηθευτεί κάποιο μέσο άμυνας χωρίς να ντρέπομαι καθόλου γι’ αυτό. Δυστυχώς οι φιλήσυχοι άνθρωποι δεν έχουν θέση σε αυτή την κοινωνία. Βάλτε σε ένα δωμάτιο 10 λογικούς και έναν κάφρο. Έστω ότι τους βάζουμε να ακολουθούν έναν απλό κανόνα. «Δεν καπνίζουμε μέσα στο δωμάτιο». Ο κάφρος έτσι και αλλιώς θα άναβε τσιγάρο, οι άλλοι θα του εξηγούσαν το «λάθος» του και αυτός θα έλεγε με τον τρόπο που όλοι ξέρουμε «εγώ θα κάνω ότι γουστάρω ότι και αν πεις». Άρα ή οι 10 φιλήσυχοι θα ένιωθαν μαλάκες ή κάποιοι από αυτούς ή κάποιος εξωτερικός παράγοντας (π.χ. όργανο της τάξης) θα χρησιμοποιούσε κάποια μορφή βίας για να επιβάλλει τη θέληση των πολλών και ο καπνιστής θα έλεγε πως καταπατούνται τα δικαιώματα του. Ποιος έχει δίκιο; Έλα ντε! Θα πείτε πάλι πως «έχουμε δικαιώματα αρκεί να μην καταπατούμε τα δικαιώματα των άλλων». Μα αυτό ισχύει μόνο στην κοινωνία του ενός ατόμου. Ακόμα και δύο να είναι, αν έχουν διαφορετικές απόψεις ο ένας θα μπλέκεται στα πόδια του άλλου. Πραγματικά δεν ξέρω ποια είναι η λύση σε αυτό το φιλοσοφικό πρόβλημα. Οι άνθρωποι είναι κοινωνικά όντα, αλλά δεν μπορούν να μην πολεμούν μεταξύ τους. Θα σταματήσω να το σκέφτομαι λογικά, και θα προσπαθήσω στο μέλλον να βρω κάποιο τρόπο να αντιδρώ σε τέτοιες καταστάσεις. Και μη μου πείτε για αστυνομίες και κουραφέξαλα. Πάντα θα υπάρχουν κάποιοι που θα ζουν εις βάρος κάποιων άλλων. Απλές γνώσεις βιολογίας είναι. Υπάρχουν τα παράσιτα και οι ξενιστές. Τι να κάνουμε; Είμαστε μέλη του ζωικού βασιλείου και υπακούμε στο δίκαιο το ισχυρού. Και η ζωή μας είναι ή μια αποδοχή της πραγματικότητας και ένας συμβιβασμός ή μια αέναη μάχη με σίγουρο αποτέλεσμα. Δεν έχω απογοητευτεί τόσο ώστε να μείνω στο καβούκι μου. Ελπίζω να συνεχίσω να αιθεροβατώ και να προσπαθώ για το καλύτερο και για μένα αλλά και για αυτούς τους λίγους που μπορεί να επηρεάσω.
"Έλα μωρέ παλιογκρινιάρη! Σε όλους συμβαίνουν αυτά και δεν το κάνουν θέμα" μπορεί να πουν κάποιοι. "Έτσι είναι η ζωή. Να λες πάλι καλά που ζεις".
Έχουν περάσει τρεις μέρες από το συμβάν και ακόμα δεν έχω φτάσει σε τέτοιο σημείο ώστε να ευχαριστήσω αυτούς που με ταπείνωσαν. Δεν νομίζω να τα καταφέρω ποτέ.
Καλό σας βράδυ.
3 σχόλια:
Δε νομίζω να καταφέρεις να "τους ευχαριστήσεις" ποτέ. Δε γίνετε. Δεν είναι στην ανθρώπινη φύση (σε αντίθεση με τη βία που είναι κατ'εξοχήν).
Ο βασικός λόγος που αποφεύγω τις μεγαλουπόλεις (και γυρνώ απο επαρχία σε επαρχία και απο νησί σε νησί) είναι αυτός. Η ανεξέλεγκτη βία.
Σου εύχομαι να το ξεπεράσεις. Γιατί να το ξεχάσεις...απλά δε γίνεται.
Με προβλημάτισες, με ανησύχησες, με τρόμαξες, μ' έβαλες σε σκέψεις... Δύσκολο πράγμα άμα πληγωθεί το αίσθημα ασφάλειάς σου... Κουράγιο. :-/
Αυτή τη στιγμή νιώθω ωραία στην σιγουριά και την ασφάλεια της επαρχίας. Με βοήθησε αυτό. Νομίζω πάντως πως έπαιξε τον ρόλο του, το ότι το μοιράστηκα με κόσμο, προσωπικά και διαδικτυακά. Η πόλη δυστυχώς έχει γίνει πολύ βίαιη. Να δούμε τι θα συναντήσω σε ένα μήνα που θα την επισκεφτώ πάλι. "όνειρα ψηλά" και "ναυτίλε" ευχαριστώ για τα σχόλια.
Δημοσίευση σχολίου